Ζωικό Βασίλειο Vol 2

Day 838, 12:49 Published in Greece Greece by athorybos


Περάνει μια κοπέλα έξω από ένα μαγαζί ωδικών πτηνών που έχει ένα παπαγάλο για κράχτη στην πόρτα.
Ακούει κάποιον να της φωνάζει...
"ΨΙΤ!ΨΙΤ!", γυρνάει αυτή...
"ΤΙ;" ρωτάει. Και ο παπαγάλος:
"ΕΙΣΑΙ ΠΟΛΥ ΑΣΧΗΜΗ ΤΟ ΞΕΡΕΙΣ? - ΧΑΛΙΑ ΜΑΥΡΑ!". Τσαντίζεται αυτή αλλά το αγνοεί...
Την άλλη μέρα πάλι τα ίδια ο παπαγάλος:
"ΨΙΤ", γυρνάει αυτή...
"ΤΙ;"
"ΕΙΣΑΙ ΠΟΛΥ ΑΣΧΗΜΗ ΤΟ ΞΕΡΕΙΣ? - ΧΑΛΙΑ ΜΑΥΡΑ!".

Αυτή τη φορά μπαίνει μέσα στο μαγαζί, πιάνει το αφεντικό και του λέει "το και το"...
Τα παίρνει το αφεντικό, βγαίνει έξω, αρπάζει τον παπαγάλο απ' το λαιμό και του λέει:
"Θα σε φάω ζωντανό ρε παλιό-μπιπ! Γι αυτό σε έχω έξω; Ξανατόλμα να πεις μπιπ ρε παλιόμπιπ και σε έσκισα στα δύο! μπιπ τον.. μπιπ .. μπιπ!!"
Τα ακούει όλα αυτά η κοπέλα και φεύγει ευχαριστημένη ρίχνοντας ένα υπεροπτικό βλέμα στο πουλί που έχει λουφάξει απ' τη βία του αφεντικού.

Την άλλη μέρα, περνάει επίτηδες έξω απ' το μαγαζί, έτσι για να γιορτάσει τη νίκη της έναντι του παπαγάλου.
"ΨΙΤ" φωνάζει (πάλι) ο παπαγάλος. Γυρνάει η κοπέλα με ύφος νικητή, ρωτάει
"ΤΙ;"

Και ο παπαγάλος:
"ΞΕΡΕΙΣ ΕΣΥ...!!"


*Μετάφραση: Η ταχύτητα ελέγχεται με ραντάρ

Ήταν μια φορά μια οικογένεια χελώνων (μάνα, πατέρας, και τρεις γιοί) και αποφάσισαν να πάνε για πικ νικ. Ξεκίνησαν ένα ωραίο πρωί και περπατώντας μία μέρα, δύο μέρες, τρεις μέρες, βρήκανε ένα ωραίο λιβάδι. Στρώσανε μία κουβέρτα και βγάζοντας τα πράγματα είδαν ότι έλειπε το ανοιχτήρι για τις κονσέρβες. Λέει τότε ο πατέρας στον μικρό του γιό.
"Γιε μου να πας στο σπίτι να φέρεις το ανοιχτήρι."
Μικρός γιός: "Δεν πάω θα φάτε! "
Πατέρας:" Σου υπόσχομαι ότι θα σε περιμένω."
Μικρός γιός: "Δεν πάω θα φάτε! "

Με τα πολλά όμως έφυγε. Πέρασαν τρεις μέρες αλλά δεν είχε γυρίσει.
Τότε ο δεύτερος γιος άρχισε να διαμαρτύρεται ότι πεινάει.
"Υποσχέθηκα στον μικρό μου γιο ότι θα τον περιμένουμε" λέει ο πατέρας.
Πέρασε μία βδομάδα, δύο βδομάδες, ένας μήνας και άρχισαν να διαμαρτύρονται και οι άλλοι. "Υποσχέθηκα στον μικρό μου γιο ότι θα τον περιμένουμε" λέει πάλι ο πατέρας.
Πέρασαν δύο μήνες ώσπου δεν άντεξε και ο πατέρας και λέει στους υπόλοιπους να ξεκινήσουν να τρώνε.
Tότε ξεπετάγεται ένα κεφάλι πίσω από κάτι θάμνους και λέει:

"Α-χα!! Το ήξερα οτι θα φάτε! Δεν πάω!! Δεν πάω!!!! "


*Μετάφραση: "Σας παρακαλώ κύριε! Σώστε τον άντρα μου! Ξέρετε τεχνητή αναπνοή δεν ξέρετε?"

Κάποτε, στη ζούγκλα, τα μυρμήγκια αποφάσισαν να σκοτώσουν τον ελέφαντα. Η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο, αφού, περνώντας πάνω από τις φωλιές τους, τα σκότωνε χωρίς να το πάρει χαμπάρι. Μαζεύτηκαν λοιπόν ένα εκατομμύριο μυρμήγκια, ανέβηκαν όλα μαζί πάνω σ' ένα δέντρο, και περίμεναν τον ελέφαντα να περάσει από κάτω...

Μόλις εμφανίζεται αυτός, τα μυρμήγκια, με αυτοθυσία πέφτουν όλα στην πλάτη του, και τον τσιμπούν. Χωρίς να πολυ-ενοχληθεί, ο ελέφαντας κουνά λίγο τον ώμο του, και ξάφνου, όλα τα μυρμήγκια πέφτουν κάτω... εκτός από ένα, που με τη βία κρατιέται στον σβέρκο του.

Τότε το πλήθος από κάτω φωνάζει :
"Πνίχ' τον Μήτσο, πνίχ' τον!!!"